απολύτως σχετικό

 

"Τι κάνανε ...οι ντοπιανοί για τα Σκόπια".Μια αποκαλυπτική ομιλία καθηγητή


Στις 15 Δεκεμβρίου 2004 ο καθηγητής Κρις Σπύρου, πρώην πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος της Πολιτείας Νιού Χαμσάιρ των ΗΠΑ μίλησε σε εκδήλωση της «Ένωσης των Αποφοίτων Αμερικανικών Πανεπιστημίων» στην Αθήνα. 
Η ομιλία του ήταν ιδιαίτερα αποκαλυπτική για τα όσα έγιναν αλλά κυρίως τι δεν έγινε στο θέμα των Σκοπίων και της ονομασίας της. Αξίζει το κόπο να την διαβάσετε γιατί ο καθηγητής όπως σωστά επισημαίνει στο τέλος της ομιλίας του, “ξέρουμε τι κάνανε οι Αμερικανοί,οι Σκοπιανοί ,οι Ευρωπαίοι.Να μάθουμε τι κάνανε κα οι ΝΤΟΠΙΑΝΟΙ”.

Διαβάστε λοιπόν τι κάνανε:
«… Στη χρονική αυτή διάρκεια συναντήθηκα αρκετές φορές με τους Συμβούλους του τότε Έλληνα Πρωθυπουργού και πέρασα και τα Χριστούγεννα του 92 και την Πρωτοχρονιά του 1993 στην Αθήνα. Συνέβαλα επίσης και στην προετοιμασία του τότε Έλληνα Υφυπουργού Εξωτερικών Ανδρέα Ανδριανόπουλου, ο οποίος ταξίδευε στη Νότιο Αμερική σε μια αποστολή να ζητήσει υποστήριξη από τις χώρες της Λατινικής Αμερικής και από την Ελληνοαμερικανική ηγεσία ενάντια στην προσπάθεια της Κυβέρνησης Μπους. Στο υπόμνημά μου προς τον κ. Τσίλα με ημερομηνία 31/12/1992 πρότεινα στις Ηνωμένες Πολιτείες ο κ. Ανδριανόπουλος να έρθει σε επαφή με τους Μάϊκλ Δουκάκη, Πόλ Τσόγκα, Φίλ Αγγελίδη, Μάϊκ Πάνο, ‘Aγγελο Τσακόπουλο, Νίκ Μητρόπουλο και Τζόρτζ Στεφανόπουλο. Στο υπόμνημά μου συμπεριέλαβα τα τηλέφωνα σπιτιού και τα προσωπικά τηλέφωνα του καθενός τους.

Όπως αργότερα αποδείχτηκε δεν ξέραμε πολλά για το τι ακριβώς συνέβαινε με το Μακεδονικό θέμα. Είναι τώρα όμως ξεκάθαρο ότι η τότε Ελληνική Κυβέρνηση εργαζόταν με αντιφατικές στρατηγικές. Δημόσια και επίσημα η Ελληνική Κυβέρνηση εργαζόταν να αποτρέψει την Κυβέρνηση Μπους να αναγνωρίσει τα Σκόπια ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας». 




Παρασκηνιακά όμως η Ελληνική Κυβέρνηση συζητούσε ένα σύνθετο όνομα που θα ήταν κάπως παραδεκτό και θα είχε λιγότερο πολιτικό κόστος.
Είναι τώρα προφανές ότι αυτή η στρατηγική εφαρμόστηκε παρασκηνιακά για αρκετό χρονικό διάστημα από τον τότε Έλληνα Πρωθυπουργό. Ακούστε τι είπε σε μια πρόσφατη δήλωσή του ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος Αντώνης Σαμαράς, στην εκπομπή «Οι φάκελοι» του Αλέξη Παπαχελά, στο τηλεοπτικό κανάλι MEGA στις 16/11/2004.
«Εκείνη την στιγμή στη σύσκεψη αυτή (6 Μαρτίου) ενόψει του γεγονότος ότι εγώ έπρεπε σε τρεις ημέρες να πάω στις Βρυξέλες να συζητήσω με Μπέικερ και Υπουργούς των Εξωτερικών, ο Μητσοτάκης λέει πρέπει να έχουμε μια δεύτερη γραμμή άμυνας. Τι θα γίνει εάν οι Αμερικανοί δεν θελήσουν να αναγνωρίσουν αυτό το οποίο έχουν αναγνωρίσει οι Ευρωπαίοι, τους τρεις όρους;
Μα δεν υπάρχει περίπτωση να μην το δεχθούν παρά εάν εμείς δεν δώσουμε την μάχη. Μου λέει δεν σου κρύβω, παρουσία των άλλων, ότι εγώ το θέμα του ονόματος δεν το θεωρώ σημαντικό. 


Λέω τότε κύριε Πρόεδρε, μου λέτε αυτό που έχετε πει στον Ελληνικό λαό, αυτό που έχει αποφασίσει το Συμβούλιο των πολιτικών Αρχηγών, αυτό το οποίο λέτε εσείς προς τον Ελληνικό λαό, άλλο τι μας λέτε εδώ, να βγω εγώ και να πω τα αντίθετα στο εξωτερικό; Πώς θα το κάνω; Πηγαίνω έξω και, κύριε Παπαχελά, ποτέ δεν έχω αισθανθεί τόσο άσχημα και δεν θα ήθελα ποτέ άλλος Έλληνας Υπουργός των Εξωτερικών να αισθανθεί το ίδιο άσχημα. Έγινα περίγελος. Με ρωτούσε ο κύριος Ντελόρ με υπονοούμενα, με ρωτούσε ο κύριος Πόστ του Λουξεμβούργου, με ρωτούσε ο Γκένσερ, με ρωτούσε ο κύριος Κόλλινς της Ιρλανδίας και μου λέγανε, καλά Αντώνη, εδώ μας λές άλλα και μαθαίνουμε από το κέντρο ότι άλλη είναι η γραμμή. Είχανε ήδη αρχίσει οι διαρροές ότι μην ακούτε τον Σαμαρά, αυτός έχει την θέση όνομα, εμάς δεν μας νοιάζει».
Φαίνεται λοιπόν πια ξεκάθαρα ότι όταν εμείς αγωνιζόμασταν να αποτρέψουμε την Κυβέρνηση Μπους, η Ελληνική Κυβέρνηση συζητούσε με άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να βρούν τρόπο να αποφύγουν αναγνώριση της Νοτιοσλαβίας σαν νέο κράτος από την Ενωμένη Ευρώπη. Ο μόνος άλλος φορέας ήταν τα Ηνωμένα Έθνη! Έτσι και έγινε.



Στις 22 Ιανουαρίου 1993, δύο μέρες μετά την ορκωμοσία του Μπίλ Κλίντον και πριν τελειώσουν οι τελετές ορκωμοσίας στην Ουάσιγκτον η κυβέρνηση των Σκοπίων έκανε επίσημη αίτηση στα Ηνωμένα Έθνη να αναγνωριστεί η Νοτιοσλαβία ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Πώς και γιατί αποφάσισε η κυβέρνηση των Σκοπίων να παρακάμψει την Ενωμένη Ευρώπη;
Δύο μέρες αργότερα στις 24 Ιανουαρίου 1993 τρεις μεγάλες χώρες της Ενωμένης Ευρώπης η Αγγλία, η Γαλλία και η Ισπανία με τη σύμφωνη γνώμη της Ελληνικής κυβέρνησης πρότειναν αναγνώριση της Νοτιοσλαβίας από τα Ηνωμένα Έθνη με μια δήθεν συμβιβαστική ονομασία. 





Πρότειναν αναγνώριση της Νοτιοσλαβίας με το όνομα «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» FYROM.
Πώς και γιατί αποφάσισαν οι τρεις αυτές κυβερνήσεις να κάνουν την επίσημη αυτή «συμβιβαστική» πρόταση στα Ηνωμένα Έθνη; Μήπως είχαν ψηφίσει οι ηγέτες της Ευρώπης να αλλάξουν στάση και να αναγνωρίσουν τα Σκόπια με όνομα που περιείχε την λέξη Μακεδονία; Ασφαλώς όχι. Το κάνανε εν ονόματι της Ενωμένης Ευρώπης; Ασφαλώς όχι!!
Φαίνεται ότι όλα είχαν προσυμφωνηθεί παρασκηνιακά. Η Ελληνική Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση των Σκοπίων και οι Ευρωπαίοι τα είχαν βρει για μια σύνθετη ονομασία η οποία περιέχει τη λέξη «Μακεδονία» . Αυτό που παρέμεινε σε εκκρεμότητα ήταν η θέση του Μπίλ Κλίντον.
Τι έγινε όμως με την ομόφωνη απόφαση των πολιτικών ηγετών της Ελλάδος; Τί έγινε η περίφημη δήλωση του Πέτρου Μολυβιάτη εν ονόματι του Συμβουλίου των Ελλήνων πολιτικών Αρχηγών ότι η Ελλάδα δεν θα αναγνωρίσει τα Σκόπια εάν η ονομασία περιέχει την λέξη «Μακεδονία»; Είχαν αλλάξει στάση οι Έλληνες πολιτικοί ηγέτες; Ασφαλώς όχι!!
Το θέμα Κλίντον όμως ήταν το πιο σοβαρό. Ο Μπίλ Κλίντον είχε δεσμευτεί στους Ελληνοαμερικανούς υποστηρικτές του και ο Κλίντον θα τηρούσε την δέσμευσή του. Γι αυτό είμαι απόλυτα σίγουρος. Επομένως οι αρχιτέκτονες της συμβιβαστικής λύσης ρισκάρανε το βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας από την Κυβέρνηση Κλίντον εάν προτείνανε αναγνώριση των Σκοπίων με ονομασία που περιείχε την λέξη «Μακεδονία». Μόνον οι Ελληνοαμερικανοί ηγέτες μπορούσαν να αποδεσμεύσουν τον Μπίλ Κλίντον. Εξάλλου αυτοί τον δέσμευσαν στις 3 Οκτωβρίου 1992.
Έτσι κατασκευάσθηκε προσεκτικά ένας σύγχρονος «Δούρειος Ίππος»!




Ιδού τι έγινε
Δεν ξέρω ακριβώς πόσες ώρες μετά την ορκωμοσία του Μπίλ Κλίντον στο αξίωμα του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών είχαν περάσει όταν οι μισθωτοί αντιπρόσωποι της Ελλάδος (paid lobbyists) στην Ουάσιγκτον κ.κ. «Manatos & Manato» δημιούργησαν μια «προσωρινή ειδική» επιτροπή με την ονομασία »Ad hoc American Hellenic Leadership Committe».
Ποιά ήταν τα μέλη αυτής της «προσωρινής επιτροπής» δεν έμαθα ποτέ. Αυτό που ξέρω είναι το εξής: Εκ μέρους αυτής της πρόχειρης επιτροπής η εταιρεία «Μάνατος και Μάνατος» ζήτησε από εκλεγμένους πολιτικούς, επιχειρηματίες και Δημοτικούς άρχοντες όλους επιφανείς Ελληνοαμερικανούς να συνυπογράψουν μια επιστολή που απευθυνόταν στον Πρόεδρο Κλίντον και του ζητούσε να υποστηρίξει την «νέα θέση» της Ελληνικής Κυβέρνησης για μια «συμβιβαστική λύση» στο ζήτημα της αναγνώρισης του ονόματος της Νοτιοσλαβίας. Η επιστολή είχε συνταχθεί και είχε διατυπωθεί τόσο προσεκτικά που μπροστά της ο «Δούρειος Ίππος» έμοιαζε σαν μια ερασιτεχνική εφεύρεση!
Παρόλα αυτά το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο. 


Ο Μπίλ Κλίντον θα έπρεπε να υποστηρίξει την νέα θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης στην ονομασία του νέου κράτους της Νοτιοσλαβίας, παρότι η συμβιβαστική λύση περιείχε τη λέξη «Μακεδονία».
Η προτεινόμενη επιστολή προς τον Πρόεδρο Κλίντον είχε την ημερομηνία 26 Ιανουαρίου 1993 έξι μέρες μετά την ορκωμοσία του. Είναι τόσο ωραία γραμμένη και τόσο υπέροχα εθνικοποιημένη που αν δεν είσαι γνώστης των πραγμάτων και «γάτα» στα πολιτικά υπονοούμενα ποτέ δεν θα καταλάβεις ότι με την συνυπογραφή σου συμβάλλεις σε μια Κολοσσιαία εθνική προδοσία! Και όμως ακριβώς αυτό ήταν.
Όταν εγώ έλαβα το προτεινόμενο γράμμα προς τον Πρόεδρο Κλίντον και μου ζητήθηκε να το υπογράψω οι συγγραφείς του είχαν ήδη εξασφαλίσει την υπογραφή των: 

Phil Angelides (Φίλ Αγγελλίδης), Πρόεδρο του Δημοκρατικού κόμματος της Καλιφόρνιας.
Art Agnos (Αρτ ‘Aγκνος), πρώην Δήμαρχο του Σαν Φρανσίσκο
Andrew Athens (‘Aντριου ‘Aθενς), Προέδρου του Ηνωμένου ΑμερικανοΕλληνικού Κογκρέσου
John Casimatidis (Τζων Κατσιματίδης), Πρόεδρο του «Red Apple Groups»
Philip Christopher (Φίλιπ Κρίστοφερ), Προέδρου PSEKA
dr. Gus Konstantine (Γκάς Κονσταντίν), Supreme President of AHEPA
dr. Takey Crist (Τάκη Κρίστ), Προέδρου American Hellenic Institute, Public Affairs Committee
Michael Dukakis (Μιχάλης Δουκάκης), πρώην Κυβερνήτης της Πολιτείας της Μασαχουσέτης
Nicholas Gage (Νίκολας Γκέιτς), συγγραφέας
Fotis Gerasopoulos (Φώτης Γερασόπουλος), αντιπρόεδρο Hellenic American National Council
Dr. Christos Ioannides (Χρήστος Ιωαννίδης), Καθηγητής Greek and Middle Eastern Affairs
Michael Zaharis (Μιχάλης Ζαχάρης), Chairman KOS Pharmaceutical INC
Sotiris Kolokotronis (Σωτήρης Κολοκοτρώνης), President SKK Enterprises
Andrew Manatos (‘Aντριου Μανάτος), Special Counsel United Hellenic American Congress
John Nathenas (Τζων Νάθενας) President Hellenic American National Council
Peter J. Pappas (Πήτερ Πάππας), President P.J. Mechanical Corporation
Jim Regas (Τζιμ Ρήγας) Esq. Senior Courses Regas, Freratos & Harp
Eugene Rossides (Ευγένιος Ροσίδης), Esq. Chairman American Hellenic Institute
Angelo Tsakopoulos (‘Αγγελος Τσακόπουλος), Former National Chairman Greek American for Clinton
Professor Spiros Vreonis jr.(Σπύρος Βρυώνης), New York University.
Ασφαλώς έγινε κοινοποίηση της επιστολής στον Warren Christopher (Γούορεν Κρίστοφερ) Υπουργό Εξωτερικών ΗΠΑ, Anthony Lake (‘Αντονυ Λέικ), Σύμβουλο Ασφαλείας του Λευκού Οίκου και dr. Madeleine Albright (Μαντλίν Ολμπράϊτ), Πρέσβη των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη.




Διάβασα προσεκτικά την προτεινόμενη επιστολή που μου ζητούσαν να συνυπογράψω και είπα μέσα μου «Ώρα καλή Μακεδονία μας». Ασφαλώς δεν δέχτηκα να την συνυπογράψω και η επιστολή εστάλη στον Πρόεδρο Κλίντον. Κατάλαβα ότι εάν τα Ηνωμένα Έθνη αναγνώριζαν το νέο κράτος των Σκοπίων με ένα όνομα που περιείχε τη λέξη «Μακεδονία» θα γεννιόταν για πρώτη φορά στην ιστορία μια νέα χώρα με την ονομασία «Μακεδονία» και δεν θα ήταν Ελληνική. Με άλλα λόγια η νοτιότερη περιοχή της Γιουγκοσλαβίας θα αναγνωριζόταν από τα Ηνωμένα Έθνη σαν χώρα με το όνομα «Μακεδονία» και η Ελληνική περιοχή της Μακεδονίας θα ήταν πια απλώς μια διοικητική περιφέρεια όπως την αποκάλεσε ο προαναφερθείς ιστορικός κ. Johann Fink. 


Μια διοικητική περιφέρεια η οποία στο μέλλον θα διεκδικείται από το νεοσύστατο κράτος.
Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι οι περισσότεροι αν όχι όλοι που πρόσφεραν την υπογραφή τους δεν είχαν τον απαραίτητο χρόνο για να μελετήσουν το ακριβές κείμενο της επιστολής και υπέγραψαν καλή τη πίστη νομίζοντας ότι υπογράφουν για το συμφέρον της Ελλάδας. ‘Αλλωστε η υπογραφή ζητήθηκε και δόθηκε τηλεφωνικά!
Αυτό που ακολούθησε ήταν ένα δίμηνο γεμάτο παραπληροφόρηση και αποπροσανατολισμός της κοινής γνώμης. Για περισσότερο από δύο μήνες οι συζητήσεις και οι «αγώνες» περιστρέφονταν γύρω από δευτερεύοντα και τριτεύοντα θέματα. 




Σημαίες, σύμβολα, παλικαρισμοί, Τουρκικές παρενοχλήσεις οτιδήποτε άλλο παρά το όνομα Μακεδονία απασχολούσαν την κοινή γνώμη.
Τελικά η μάσκα έπεσε. Στις 7 Απριλίου 1993 επίσημα πια με επιστολή προς το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών εν ονόματι της Ελληνικής Κυβέρνησης ο τότε υπουργός Εξωτερικών κ. Μιχάλης Παπακωνσταντίνου ανήγγειλε ότι η Ελληνική κυβέρνηση αποδέχεται την συμβιβαστική πρόταση με την οποία τα Ηνωμένα Έθνη θα αναγνωρίσουν το νοτιότερο τμήμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας ως νέο κράτος με την ονομασία «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας».



Στις 8 Απριλίου 1993 η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ψήφισε την αναγνώριση του νέου κράτους και φυσικά έτσι ψήφισε και η Ελλάδα!
Εκείνη την ημέρα ένα κομμάτι από την Ελληνικότητά μου πέθανε.


Έτσι λοιπόν εάν σας ρωτήσει κανείς πότε αναγνωρίστηκε (γεννήθηκε) το πρώτο και μόνο μη Ελληνικό κράτος με το όνομα «Μακεδονία» να του πείτε στις 7 Απριλίου 1993.
Αν σας ρωτήσει ποιά ήταν η θέση της Ελλάδος, να πείτε ότι ψήφισε υπέρ!
Αν σας ρωτήσει πώς ψήφισε η Αμερική να του πείτε και αυτή ψήφισε υπέρ.
Αν σας ρωτήσει γιατί οι Ελληνοαμερικανοί φίλοι του Μπίλ Κλίντον του ζήτησαν να αλλάξει την θέση που είχε πάρει στις 3 Οκτωβρίου 1992 να του πείτε γιατί η Ελληνική κυβέρνηση τους ζήτησε να το κάνουν!
Ακούστε προσεκτικά παρακαλώ, κυρίες και κύριοι, τι είπε ο τότε πανίσχυρος Αμερικανός βουλευτής και Πρόεδρος της Επιτροπής των Εξωτερικών Υποθέσεων του Αμερικανικού Κογκρέσου κ. Lee Hamilton (Λι Χάμιλτον) όπως είχε γραφεί στην (τότε) ημερήσια εφημερίδα «Πρωϊνή» της Νέας Υόρκης, λίγες μέρες μετά την επίσημη αναγνώριση από τα Ηνωμένα Έθνη.
Είπε ο κύριος Χάμιλτον:
«ΣΥΜΒΙΒΑΣΤΗΚΑΤΕ ΑΣΤΡΑΠΙΑΙΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑΜΕ ΝΑ ΣΑΣ ΒΟΗΘΗΣΟΥΜΕ. ΜΑΣ ΑΦΗΣΑΤΕ ΣΥΞΥΛΟΥΣ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ ΣΑΣ»
Η Ελληνική κυβέρνηση έχασε μοναδική ευκαιρία να κερδίσει σημαντικά πλεονεκτήματα στη μάχη των Σκοπίων, όταν λόγω ασυνεννοησίας με την Ουάσιγκτον και ερασιτεχνικών χειρισμών δέχθηκε τον «έντιμο συμβιβασμό» χωρίς να περιμένει τη δημοσιοποίηση της θέσης της νέας αμερικανικής κυβέρνησης.



Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής, Λι Χάμιλτον, δήλωσε στη διάρκεια εκδήλωσης Ελληνοαμερικανών στο Λος ‘Αντζελες, ότι ο ίδιος αλλά και στελέχη της κυβέρνησης Κλίντον εξεπλάγησαν από την απόφαση της κυβέρνησης Μητσοτάκη να μην επιμένει στη γνωστή θέση της για την ονομασία και αντίθετα να αποδεχθεί τη διαδικασία της διαιτησίας και της όποιας απόφασης των μεσολαβητών Σάιρους Βάνς και Λόρδου Όουεν.
Ο Αμερικανός βουλευτής, που θεωρείται ένας από τους λίγους πολιτικούς που γνωρίζουν τα ελληνικά εθνικά θέματα, ιδιαίτερα το Κυπριακό και το πρόβλημα που δημιουργούν τα Σκόπια, είπε ότι η πλειοψηφία των βουλευτών και των γερουσιαστών «είχαν πειστεί για τις δίκαιες θέσεις της Ελλάδας» και τις υποστήριξαν μάλιστα εγγράφως, υπογράφοντας κείμενο επιστολής προς τον Πρόεδρο Τζόρτζ Μπούς.
Όπως εξήγησε ο κ. Χάμιλτον, «το Κογκρέσο ενημερώθηκε σωστά από την Ελληνοαμερικανική κοινότητα», τα μέλη της οποίας πίεσαν με διάφορους τρόπους τους βουλευτές και τους γερουσιαστές, οι οποίοι πείστηκαν ότι το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων ήταν στην πραγματικότητα η κλοπή του ονόματος της Μακεδονίας.


Ο Αμερικανός βουλευτής βλέπει «διαφωνία μεταξύ των θέσεων της Αθήνας και της Ομογένειας» αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι μόνοι που απέμειναν να επιμένουν για μη χρησιμοποίηση του ονόματος της Μακεδονίας είναι οι Ελληνοαμερικανοί.
Ο κ. Χάμιλτον κατέληξε λέγοντας ότι ακριβώς λόγω της αποδοχής από την Αθήνα συμβιβαστικής λύσης, ούτε το Κογκρέσο, ούτε η Κυβέρνηση Κλίντον μπορούν πια να βοηθήσουν, υπονοώντας ότι δεν ισχύουν οι προεκλογικές υποσχέσεις του Αμερικανού Προέδρου».
Στις 22 Φεβρουαρίου 1994 ο παλαίμαχος στρατηγός του Ελληνικού στρατού εν αποστρατεία Ελευθέριος Παπαγιαννάκης με επιστολή του προς τον Πρέσβη της Αυστραλίας στην Αθήνα αναρωτήθηκε πως η Αυστραλία αναγνώρισε τα Σκόπια ως Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Στις 28 Μαρτίου 1994 ο Αυστραλός Πρέσβης C.A. Edwards απάντησε στο στρατηγό Παπαγιαννάκη ως εξής:
«Στρατηγέ μου,
Το γράμμα σας με ημερομηνία 22 Φεβρουαρίου με εντυπωσίασε με την ειλικρίνεια με την οποία εκφράσατε τα αισθήματά σας προς την Αυστραλία και τους Αυστραλούς που έπεσαν μαχόμενοι για την ελευθερία της Ελλάδος.
Είναι μεγάλο κρίμα που άνθρωποι όπως εσείς που έχουν τόσο δυνατά αισθήματα για τη χώρα μου αισθάνεται ότι κατά κάποιο τρόπο η πρόσφατη απόφαση της Αυστραλίας να αναγνωρίσει την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (FYROM) αποτελεί με οποιοδήποτε τρόπο κτύπημα κατά της Ελλάδος. Από την πλευρά της η Κυβέρνηση της Αυστραλίας δεν αισθάνεται ότι η απόφασή της ήταν με οποιοδήποτε τρόπο κατά των συμφερόντων της Ελλάδας. Στην πραγματικότητα παίρνοντας την απόφασή της η κυβέρνηση κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια να ανταποκριθεί στις επιθυμίες της Ελλάδας. Καθώς πιθανώς προσέξατε το όνομα με το οποίο αναγνωρίσαμε τη χώρα ήταν το ίδιο όνομα με εκείνο που χρησιμοποίησε η ίδια η Ελλάδα στην δική της αναγνώριση και σε όλες τις άλλες δοσοληψίες που έχει με αυτή τη χώρα».
Μετά από όλα αυτά κυρίες και κύριοι τώρα πια ξέρετε:
Τι κάνανε οι Ελληνοαμερικανοί
Ξέρετε τι κάνανε οι Αμερικανοί
Ξέρετε τι κάνανε οι Ευρωπαίοι
Ξέρετε τι κάνανε οι Σκοπιανοί και
 ΤΩΡΑ ΠΙΑ ΞΕΡΕΤΕ ΤΙ ΚΑΝΑΝΕ ΤΗΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΜΑΣ ΟΙ ΝΤΟΠΙΑΝΟΙ !…»

 

 

Απλό, λιτό και πλήρες! Γι αυτό Υπέροχο!

Έχει τίτλο "Τα χρώματα του Μήλου" και μου άρεσε πολύ!

Τoυ Νικου Γ. Ξυδακη. Από την «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»

Ο Στιβ Τζομπς είναι περίπου φίλος, για μια γενιά πενηντάρηδων που μεγάλωσαν με Μακ και μηλαράκια, τις εφευρέσεις του, πολύ πριν κατακτήσει τον νεότερο πληθυσμό με το iPhone και το iPad. Ο 56χρονος εφευρέτης και επιχειρηματίας αποχώρησε από την ηγεσία της Apple, την περασμένη Τετάρτη, στέλνοντας ένα από τα γνωστά του μέιλ, με υπογραφή «Στιβ». Λίγο νωρίτερα, η εταιρεία, που ίδρυσε το 1976, είχε φτάσει την Εxxon στην παγκόσμια κορυφή της κεφαλαιοποίησης.

Η ευφυΐα, ο πλούτος και η επιτυχία του πιο χαρισματικού επιχειρηματία-εφευρέτη των τελευταίων δεκαετιών δεν απέτρεψαν εντούτοις τη συνάντησή του με την κοινή μοίρα των ανθρώπων. Ο καρκίνος παγκρέατος και η μεταμόσχευση ήπατος έχουν καταβάλει τον δυναμικό ψηλό χίπι από την Καλιφόρνια, το παιδί που μεγάλωσε με θετούς γονείς, τον ιδιοφυή αυτοδίδακτο που παράτησε το κολέγιο λίγους μήνες αφότου γράφτηκε, τον εκκεντρικό μεγιστάνα που ντυνόταν με Levi’s και μαύρο ζιβάγκο, τον βουδιστή που πίστεψε το ντιζάιν της λεπτομέρειας.

Περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο, ο Τζομπς εξέφρασε το πνεύμα της Σίλικον Βάλεϊ και τις μεταμορφώσεις της ποπ κουλτούρας, τον εμβολιασμό της τεχνολογίας με το ελευθεριάζον πνεύμα των χίπις, με τον ατομικισμό και τη φαντασία, το πέρασμα από τον ρομαντισμό και την αντικουλτούρα του ’60-’70, στον καταναλωτισμό του ’80-’90 και τις φαντασιακές κοινότητες του Διαδικτύου, κι από ’κει στην τυφλή λατρεία του i-gadget. To ίδιο το μήλο της Apple Inc. δείχνει τη μεταλλαγή: από τα χρώματα του ουράνιου τόξου, στη μονόχρωμη ψυχρότητα του βουρτσισμένου μετάλλου και του γυαλιού.

Ο Στιβ Τζομπς μας συντρόφεψε σαν φίλος από το Mac Plus με δισκέτα έως τον iMac 21,5΄΄ που γράφω σήμερα, από τα κρεμ κουτάκια με ασπρόμαυρη οθόνη 9΄΄ έως την αλουμινένια φλούδα Air. Ολα την ίδια δουλειά κάνουν εντέλει. Κι όλοι ακολουθούμε την κοινή μοίρα· αυτήν που τώρα καλεί τον Στιβ από την αιθέρια κορυφή στη βάση, στη σκιά.

 

 

 

Οι παγίδες της συναίνεσης Δεν εξωθείς κάποιον σε χειρότερη ζωή ενοχοποιώντας τον








Συναίνεση σημαίνει ότι καλείσαι να πεις «ναι» σε μια χειρότερη εκδοχή ζωής. Ποιοι είναι οι όροι για να λειτουργήσει μια τέτοια, εκ πρώτης όψεως, αντιφατική και παράδοξη συνθήκη; Ποιοι είναι οι περί συναινέσεως λόγοι που αρθρώνονται;


Ένας πρώτος κυρίαρχος λόγος: «Δεν γίνεται αλλιώς». Το σύνδρομο ΤΙΝΑ όμως, (Τhere Ιs Νo Αlternative) από τη φύση του παγιδευτικό και ασύμφορο, αποτελεί ταυτόχρονα το πιο ισχυρό (ως επιβολή μέτρων) αλλά και το πιο ανίσχυρο (ως αποδοχή μέτρων) επιχείρημα. Ενδέχεται όχι μόνο να μη λύνει αλλά και να επιτείνει το αδιέξοδο. Πώς να στραφείς εναντίον του εαυτού σου μόνο και μόνο επειδή «δεν γίνεται αλλιώς». Η ψυχολογία μάς διδάσκει ότι και μόνο η αναπαράσταση (έστω και ψευδαισθησιακή) ότι όλοι οι δρόμοι ΔΕΝ είναι κλειστοί έχει μια ιαματική λειτουργία.

Στο έργο του Μπέργκμαν «Οι μαριονέτες» η τελευταία ζοφερή σκηνή έχει αποτυπωθεί στο μυαλό μου. Ο παγιδευμένος ψυχικά πρωταγωνιστής για να δηλώσει τη συντριβή του επαναλαμβάνει μονότονα «Αlle Wege sind verschlossen»: «Όλοι οι δρόμοι είναι κλεισμένοι».

Δεν υπάρχει ζωή χωρίς προοπτική ελπίδας.

Ωστόσο ένας ακόμα πιο ύπουλος μηχανισμός παραμονεύει. «Δέξου τα μέτρα γιατί φταις». Άκουγα (δίχως, για να πω την αλήθεια, έκπληξη) δυο Έλληνες αναλυτές σε ξένο τηλεοπτικό κανάλι να σχολιάζουν, προκαλώντας (τι ειρωνεία!) την μήνιν του ξένου δημοσιογράφου, την ελληνική κατάσταση περίπου ως εξής: «Τα μέτρα είναι αποδεκτά από τη μεγάλη πλειονότητα του λαού. Δεν γίνεται αλλιώς. Φταίνε οι Έλληνες που είναι φοροφυγάδες, τεμπέληδες, καλοπερασάκηδες, δαιμονοποιούν τις ιδιωτικοποιήσεις(sic), τα περιμένουν όλα από το κράτος κ.λπ.». Μια τέτοια ενοχοποιητική υπερ-ευθυνοποίηση του μέσου πολίτη θεωρώ ότι είναι και άστοχη και επικίνδυνη. Δεν εξωθείς σε συναίνεση μέσω της ενοχοποίησης. Δεν λες δηλαδή «τέτοιος που είσαι, τέτοιος που μια ζωή ήσουν, κάτσε τώρα να το φας». Στο νου έρχεται ένα όχι και τόσο αισθητικό γκράφιτι «Φάτε τα σκατά σας, κερνάει το κράτος».

Δεν φτάνει που καλείσαι να ζήσεις χειρότερα (για ορισμένους αυτό θα ισοδυναμεί πολύ απλά με μη ζωή), αλλά θα πρέπει ταυτόχρονα να διαχειρίζεσαι και μια απαξιωτική εικόνα του εαυτού σου.

«Όπως στρώσεις θα κοιμηθείς». Η γνωστή ρήση μετασχηματίζεται: «Έτσι που έστρωσες, μη φωνάζεις, δεν σε παίρνει, τι τη θες τη φωνή, κάτσε ήσυχος να κοιμηθείς». Ένας τέτοιος ύπνος όμως θα μοιάζει με γενική δοκιμή θανάτου. Για να θυμηθούμε τον Σολωμό και τη «Γυναίκα της Ζάκυθος» που «ετοιμαζότουνα να φωνάξει δυνατά για να δείξει πως δεν απέθανε».

Το τελευταίο που χρειάζεται είναι η υπόθαλψη «έστω συμβολικά» πεθαμένων ανθρώπων. «Πάρε αυτό το χάπι. Θα σε βοηθήσει να μη φωνάζεις. Αφαιρεί τη ζωή. Είσαι καλύτερα χωρίς αυτήν». Το αίτημα της δικαιοσύνης δεν εξασφαλίζεται μέσα από ασύμφορες και καταχρηστικά γενικευτικές ενοχοποιήσεις.

Σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας, από μικρό παιδί μέχρι βαθέος γήρατος, όταν παραιτείσαι (ποτέ με τη θέλησή σου) από ένα αγαθό, ο πιο αποτελεσματικός, χωρίς τραύματα και παρατεταμένες αποστερήσεις, τρόπος είναι να πειστείς ότι ο λόγος της στέρησης είναι θεμιτός και ότι εν πάση περιπτώσει το οδυνηρό είναι προσωρινό, θα υπάρξει μια επόμενη διορθωτική στιγμή. Δεν γίνεται να μην υπάρχει στον ορίζοντα η υπόσχεση (όχι σαν κοροϊδία αλλά σαν υπεύθυνη προοπτική) μιας επόμενης στιγμής. Καθώς και η αίσθηση ότι οι επιβάλλοντες τα μέτρα δεν στέκονται ψυχρά και τεχνοκρατικά εξ αποστάσεως απέναντί σου. Μαζί σου είναι και συμπάσχουν. Δεν είσαι ένοχος γι΄ αυτό που υφίστασαι. Η ενοχή οδηγεί είτε στην οργισμένη και βίαιη επιλογή ζωής είτε στην καταθλιμμένη ζωή. Και τα δυο επιζήμια. Ίσως το δεύτερο λίγο περισσότερο από το πρώτο. Άγονες οι ενοχοποιητικές τεχνικές που ανθούν υποβοηθούμενες από τεχνικές εκφοβισμού (κάνε τώρα αυτά, γιατί υπάρχουν και χειρότερα).

Εκείνος που κοινωνικοποιήθηκε στον ωχαδερφισμό, ο μικρομεσαίος που την έβγαζε «καθαρή» (τρόπος του λέγειν καθαρή) γλιτώνοντας ό,τι μπορούσε από την Εφορία, ο εργαζόμενος στο Δημόσιο που πήγαινε να λουφάρει ξεκλέβοντας δυο- τρεις ώρες από τη δουλειά του για να είναι με την οικογένειά του, ή με τον εαυτό του, ή ακόμα και αραχτός με τη φραπεδιά του σε ηλιόλουστα καφενεία, δεν μπαίνουν στην ίδια ζυγαριά με όσους κατά συρροή, έντεχνα, επιτήδεια και επαγγελματικά τόσα χρόνια εμπορεύτηκαν και ανηλεώς λεηλάτησαν αυτόν τον τόπο.

Οι κατ΄ εξοχήν ένοχοι περιφρουρημένοι από την κουλτούρα ατιμωρησίας μπορεί να μην πληρώσουν ποτέ (εκεί πάει το πράγμα). Ας μη μετατίθεται όμως το συμβολικό βάρος της εγκληματικής τους διαχρονικής σταδιοδρομίας στους ώμους φτωχοδιάβολων. Είναι ηθικά και αισθητικά ανεπίτρεπτο. Υπονομευτικό μιας ελπίδας για την επόμενη μέρα.
Φωτεινή  Τσαλίκογλου
Εφημερίδα   Τα  Νέα

 

 

 

 

Παιδεία κ χειρωνακτική εργασία- Σαράντος Καργάκος

 

Σαράντος Καργάκος, ιστορικός-συγγραφέας
Ακούω ότι το μεγαλύτερο σήμερα πρόβλημα των νέων μας είναι η ανεργία. Διαφωνώ. Εδώ και τριάντα χρόνια είναι η ... εργασία. Ο νέος δε φοβάται την αναδουλιά, φοβάται τη δουλειά. Μια οικογενεια­κή αντίληψη, ότι δουλειά είναι ό,τι δεν λερώ­νει, επεκτάθηκε και στο νεοσουσουδιστικό σχολείο με ευθύνη των κομμάτων, που για λόγους ψηφοθηρίας απεδύθησαν σε μια χυδαία πολιτική παιδοκολακείας, η οποία μετά τη δικτατορία εξέθρεψε και διαμόρφωσε δύο γενιές «κουλοχέρηδων»...
παιδιών δηλαδή που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους -πέρα από τη μούντζα- για καμμιά εργασία από αυτές που ονομάζονται χειρωνακτικές, επειδή -τάχα- είναι ταπεινωτικές. Κι ας βρίσκεται μέ­σα στη λέξη «χειρώναξ», σαν δεύτερο συνθετι­κό το «άναξ» που κάνει τον δουλευτή, τον άνα­κτα χειρών, βασιλιά στο χώρο του, βασιλιά στο σπιτικό του, νοικοκύρη δηλαδή, λέξη άλλοτε ιερή που ποδοπατήθηκε κι αυτή μες στην ασυ­ναρτησία μιας πολιτικής που έδειχνε αριστερά και πήγαινε δεξιά και τούμπαλιν. Γι' αυτό τουμπάραμε...


Κάποτε, ακόμη κι από τις στήλες του περιο­δικού αυτού, που δεν είναι πολιτικό με την ευτελισμένη έννοια του όρου, έγραφα πως η ανεργία στον τόπον μας είναι επιλεκτική, ότι δουλειές υπάρχουν αλλά ότι δεν υπάρχουν χέ­ρια να τις δουλέψουν. Κι έπρεπε να κατακλυ­σθεί ο τόπος από 1,5 εκατομμύριο λαθρομετα­νάστες, για να αποδειχθεί ότι στην Ελλάδα υπήρχε δουλειά πολλή αλλ' όχι διάθεση για δουλειά. Τα παιδιά -τα μεγάλα θύματα αυτής της ιστορίας- είχαν γαλουχηθεί με τη νοοτρο­πία του «White color workers». Έτσι σήμερα το πιο φτηνό εργατικό και υπαλληλικό δυναμικό είναι οι πτυχιούχοι, που ζητούν εργασία ακό­μη και στον ΟΤΕ ως έκτακτοι τηλεφωνητές, προσκομίζοντας στα πιστοποιητικά προσό­ντων ακόμη και διδακτορικά! Γέμισε ο τόπος πανεπιστήμια, σχολές επί σχολών, επιστημονι­κούς κλάδους αόριστους, ομιχλώδεις και ασα­φείς, απροσδιορίστου αποστολής και χρησιμό­τητας. Πτυχία-φτερά στον άνεμο σαν τις ελπί­δες των γονιών, που πιστεύουν ότι τα παιδιά και μόνον με τα «ντοκτορά» θα βρουν δουλειά. Έτσι παράγονται επιστήμονες που είναι δεκαθλητές του τίποτα, ικανοί μόνον για το δη­μόσιο ή για υπάλληλοι κάποιας πολυεθνικής.

Παρ' όλο που γέμισε η χώρα μας τεχνικές σχολές (τι ΤΕΛ, τι ΤΕΙ, τι ΙΕΚ!) οι πιο άτεχνοι νέοι είναι οι νέοι της Ελλάδος. Παίρνουν πτυ­χίο τεχνικής σχολής και δεν έχουν πιάσει κα­τσαβίδι οι πιο πολλοί. Δεν ξέρουν να διορθώ­σουν μια βλάβη στο αυτοκίνητό τους, στο ρα­διόφωνο ή στο τηλέφωνό τους. Είναι άχεροι, ουσιαστικά χωρίς χέρια. Τώρα με τα ηλεκτρο­νικά ξέχασαν να γράφουν, ξέχασαν να διαβά­ζουν, εκτός φυσικά από «μηνύματα» του αφό­ρητου «κινητού» τους.

Τούτη η παιδεία, που όχι μόνο παιδεία δεν είναι αλλ' ούτε καν εκπαίδευση, αφού δεν καλ­λιεργεί καμμιά δεξιότητα, εκτός από την ραθυ­μία, την αναβλητικότητα και το φόβο της δου­λειάς, όχι μόνο δεν καλλιεργεί τον νέο εσωτερι­κά αλλά τον πετρώνει δημιουργικά σαν τα παι­διά της Νιόβης. Τα κάνει άχρηστα τα παιδιά για παραγωγική εργασία, γιατί ο θεσμός της παπαγαλίας και η νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας, με το πρόσχημα να μην τα κουράσομε, τους αφαιρεί την αυτενέργεια, την πρωτοβουλία, τη φαντασία και την πρωτοτυ­πία. Το σχολείο, αντί να μαθαίνει τα παιδιά πως να μαθαίνουν, τα νεκρώνει πνευματικά. Δεν τα μαθαίνει πως να σκέπτονται αλλά με τι να σκέπτονται. Έτσι τα κάνει πτυχιούχους βλάκες. Βάζει όρια στον ορίζοντα της σκέψης και των ενδιαφερόντων. Τα χαμηλοποιεί. Τα κάνει να βλέπουν σαν τα σκαθάρια κοντά, κι όχι να θρώσκουν άνω, να έχουν έφεση για κάτι πιο πέρα, πιο τρανό και πιο μεγάλο.

Το έμβλημα πια του ελληνικού σχολείου δεν είναι η γλαύξ, είναι ο παπαγάλος, ο μαθητής-βλάξ που καταπίνει σελίδες σαν χάπια και που θεωρεί ως σωστό ό,τι γράφει το σχολικό. Και το λεγόμενο «σχολικό» είναι συνήθως αισχρό και ως λόγος και ως περιεχόμενο.

Και τολμώ να λέγω αισχρό, διότι πρωτίστως το «Αναγνωστικό» που πρέπει να είναι ευαγ­γέλιο πνευματικό ειδικά στο Δημοτικό, αντί να καλλιεργεί την αγάπη για τη δουλειά, καλ­λιεργεί την απέχθεια. Που πια, όπως παλιά, ο έρωτας για την αγροτική, τη βουκολική και τη θαλασσινή ζωή; Ο ναύτης δεν είναι πρότυπο ζωής. Πρότυπο ζωής είναι ο «χαρτογιακάς». Όσο κι αν ήσαν κάπως ρομαντικά τα παλιά «Αναγνωστικά», καλλιεργούσαν τον έρωτα για τη δουλειά. Ακούω πως δεν πάει καλά η οικονομία. Μα πως να πάει, όταν με τη ναυτι­λία που προσφέρει το 5,6% του ΑΕΠ ασχολείται μόνο το 1% των Ελλήνων; (Με τον αγροτικό τομέα που προσφέρει το 6,6% του ΑΕΠ ασχο­λείται το 14,5% του πληθυσμού). Διερωτώμαι, τί είδους ναυτικός λαός είμαστε, όταν αποστρεφόμαστε την θάλασσα και στα ελληνικά καράβια κυριαρχούν Φιλιππινέζοι, Αλβανοί και μελαψοί κάθε αποχρώσεως; Το σχολείο καλλιεργεί τον έρωτα για την τεμπελιά, όχι για δουλειά. Τα πανεπιστήμια και οι ποικιλώνυ­μες σχολές επαυξάνουν τον έρωτα αυτό. Πράγ­ματα που μπορούν να διδαχθούν εντός εξαμή­νου -και μάλιστα σε σεμιναριακού τύπου μα­θήματα- απαιτούν τετραετία! Βγαίνουν τα παιδιά από τις σχολές και δικαίως ζητούν εργασία με βάση τα «προσόντα» τους, αλλά τέ­τοιες εργασίες που ζητούν τέτοια προσόντα δεν υπάρχουν. Αν δεν απατώμαι, υπάρχουν δύο σχολές θεατρολογίας -πέρα από τις ιδιωτι­κές θεατρικές σχολές- που προσφέρουν άνω των 300 πτυχίων το έτος. Που θα βρουν δου­λειά τα παιδιά αυτά;

Αν όμως το σχολείο από το Δημοτικό καλ­λιεργούσε την τόλμη, την αυτενέργεια, βρά­βευε την πρωτοβουλία, την ανάληψη ευθυνών, την αγάπη για την οποιαδήποτε δουλειά ακό­μη και του πλανόδιου γαλατά, θα είχαμε κάνει την Ελλάδα Ελδοράδο, όπως έγινε Ελδοράδο για τους εργατικούς Αλβανούς, Βουλγά­ρους, Πολωνούς, Γεωργιανούς, Αιγυπτίους αλιείς, Πακιστανούς και Ουκρανούς.

Σήμερα αυτοί είναι η εργατική κι αύριο η επιχειρηματική τάξη της Ελλάδος. Κι οι Έλληνες, αφήνοντας την πατρώα γη στα χέ­ρια των Αλβανών που την δουλεύουν, την πα­τρώα θάλασσα στα χέρια των Αιγυπτίων που την ψαρεύουν, θα μεταβληθούν σε νομάδες της Ευρώπης ή των ΗΠΑ ή θα τρέχουν για δου­λειά στην Αλβανία που ξεπερνά σε νόμιμη και παράνομη επιχειρηματική δραστηριότητα όλες τις χώρες της Βαλκανικής. Γέμισαν τα Τί­ρανα ουρανοξύστες, κτήρια γιγάντια, κακό­γουστα μεν, σύγχρονα δε. Περίπου 100 ιδιωτι­κά σχολεία λειτουργούν στην πρωτεύουσα της χώρας των αετών.

Εμείς αφήσαμε αδιαπαιδαγώγητη την εργατική και την αγροτική τάξη. Στην πρώτη περάσαμε σαν ιδεολογία-θεολογία το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη» και υποχρε­ώσαμε πλήθος επιχειρήσεις να κλείσουν ή να μεταφερθούν άλλου. Μετά διαφθείραμε τους αγρότες με παροχές χωρίς υποχρεώσεις και τους δημιουργήσαμε νοοτροπία μαχαραγιά. Γέμισε η επαρχία με «Κέντρα Πολιτισμού», όπου «μπαγιαντέρες» κάθε λογής και φυλής άναβαν πούρο με φωτιά πεντοχίλιαρου! Το μπουκάλι με το ουΐσκυ βαπτίστηκε ... αγροτι­κό! Τώρα, όμως, που έρχονται τα «εξ εσπερίας νέφη» χτυπάμε το κεφάλι μας. Και που να φθά­σουν τα «εξ Ανατολής» σαν εισέλθει η Τουρ­κία στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Θα γίνει η Ελλάς vallis flentium (=κοιλάς κλαυθμώνων) και θα κινείται quasi osculaturium inter flentium et dolorum (=σαν εκκρεμές μεταξύ θλίψεως και οδύνης).

Δεν είμαι υπέρ μιας παιδείας που θα υπο­τάσσεται στην οικονομία. Θεωρώ ολέθριο να χαράσσεται μια εκπαιδευτική πολιτική με κρι­τήρια οικονομικής αναγκαιότητας. Θεωρώ ολέθρια όμως και την παιδεία που εθίζει τα παιδιά στην οκνηρία, που τα κουράζει με την παπαγαλία και το βάρος αχρήστων μαθημά­των. Το μεγαλύτερο κεφάλαιο της χώρας είναι τα κεφάλια των παιδιών της. Τούτη η παιδεία αποκεφαλίζει τα παιδιά. Τα κάνει ικανά να μην κάνουν τίποτε. Ούτε να βλαστημήσουν. Ακόμη και η αισχρολογία τους περιορίζεται στη λέξη που τα κάνει συνονόματα. Αν τους πεις βρισιά της περασμένης 20ετίας θα νομί­σουν ότι μιλάς αρχαία Ελληνικά!

Είναι θλιβερή η εικόνα που παρουσιάζει σήμερα, παρουσίαζε χθες και θα παρουσιάζει κι αύριο η ελληνική κοινωνία: να υπάρχουν άνθρωποι άνω των 65 ετών, άνω των 70 ετών, που, ενώ έχουν συνταξιοδοτηθεί, εργάζονται νυχθημερόν, για να συντηρούν τα παιδιά τους μέχρι να τελειώσουν τις ατελείωτες σπουδές τους, τα παιδιά που λιώνουν τα νιάτα τους στα «κηφηνεία», που πάνε σπίτι τους να κοιμη­θούν την ώρα που οι Αλβανοί πάνε για δου­λειά, θα μου πείτε, τί δουλειά; Οποιαδήποτε δουλειά, αρκεί να είναι τίμια. Όταν μικροί -ακόμη στο Δημοτικό- μαθαίναμε απέξω τον Τυρταίο (ποιος τολμά σήμερα να διδάξει Τυρ­ταίο;) δεν τον μαθαίναμε για να γίνουμε πολε­μοχαρείς αλλά για να νοιώθουμε ντροπή, όταν στην μάχη της ζωής, στην πρώτη γραμμή είναι οι παλαιότεροι, οι «γεραιοί» και οι νέοι κρύβο­νται πίσω από τη σκιά τους. «Αισχρόν γαρ δη τούτο... κείσθαι πρόσθε νέων άνδρα παλαιότερον».

Σήμερα, βέβαια, οι χειρωνακτικές εργασίες ελέγχονται σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα από ξένους. Στις οικοδομές μιλούν αλβανικά, στα χωράφια πακιστανικά. Σε λίγο οι χειρωνακτικές επιχειρήσεις θα περάσουν στα χέρια των Κινέζων που κατασκευάζουν ήδη το μεγαλύ­τερο μέρος των τουριστικών ειδών που θυμί­ζουν... Ελλάδα. Ακόμη και τις σημαίες μας στην Κίνα τις φτιάχνουν! Κι εμείς; Εμείς, όπως πάντα, φτιάχνουμε τα τρία κακά της μοί­ρας μας. «Φτιάχνουμε» τη ζωή μας στην τηλοψία, που δίνει τα μοντέρνα πρότυπα οκνηρίας στη νεολαία, ποθούμε μια χρυσίζουσα ζωή σαν αυτήν που προσφέρει το «γυαλί», αγοράζουμε πολυτελή αυτοκίνητα με δόσεις, κάνουμε δια­κοπές με «διακοποδάνεια», εορτάζουμε με «εορτοδάνεια» και πεθαίνουμε με «πεθανοδάνεια». Έλεγε ο Φωκίων, που πλήρωσε τέσσερεις δραχμές τη δεύτερη δόση του κωνείου που χρειαζόταν για να «απέλθει», πως στην Αθή­να δεν μπορεί ούτε δωρεάν να πεθάνει κανείς. Έπρεπε να ζούσε τώρα...

Λυπάμαι που θα το πω, αλλά πρέπει να το πω: το σχολείο, οι σχολές και τα ΜΜΕ σακάτε­ψαν και σακατεύουν τη νεολαία, γιατί μιλούν συνεχώς για τα δικαιώματά της -δικαιώματα στην τεμπελιά- και ποτέ για υποχρεώσεις, ποτέ για χρέος, ποτέ για καθήκον. Το καθήκον έγι­νε άγνωστη λέξη.

(*) Από το περιοδικό «ΕΥΘΥΝΗ», τεύχος 395, Νοέμβριος 2004, σσ.548-550
Σημείωση (Πηγή: 'ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ' τ. 45)


Στηρίξτε το Ωραιόκαστρο, υποστηρίξτε την τοπική αγορά!


Οι τράπεζες τρέμουν την αναδιάρθρωση


Πολιτική και Οικονομία: Πως θα μπορούσε να γίνει η Ελλάδα η ωραιότερη, η πλουσιότερη και η πιο πολιτισμένη χώρα της Ευρώπης;


Σύμφωνα με το φιλόσοφο Karl Popper, η πραγματικότητα χωρίζεται σε τρείς, διαφορετικούς αλλά παράλληλους, κόσμους:

α)  Στον κόσμο νούμερο ένα, ο οποίος χαρακτηρίζεται σαν ο «υλικός» κόσμος της ύπαρξης. Ο κόσμος αυτός «κατοικείται» από αυτοκίνητα, ψυγεία, υπολογιστές και όλα τα υπόλοιπα που μπορεί κανείς να αποκτήσει με χρήματα.

β)  Στον κόσμο νούμερο δύο, ο οποίος είναι ο κόσμος των εμπειριών και των συναισθημάτων μας. Μέσα στα πλαίσια αυτού του κόσμου γελάμε, θυμώνουμε, αγαπάμε, μισούμε, φοβόμαστε και ελπίζουμε.

γ)  Στον κόσμο νούμερο τρία, στον κόσμο του πνεύματος, μέσα στον οποίο γράφονται βιβλία, ζωγραφίζονται πίνακες, σχεδιάζονται γέφυρες και εφευρίσκονται οι υπολογιστές. Στον ίδιο όμως αυτό κόσμο γίνονται κατανοητά τα κοινωνικά προβλήματα και επιλύονται με τη βοήθεια του νου. Είναι ο κόσμος του δυνατού, του εφικτού δηλαδή, ο οποίος διαφοροποιεί εντελώς τον άνθρωπο από όλα τα υπόλοιπα «πλάσματα» της δημιουργίας. 

Όλοι οι παραπάνω «κόσμοι» είναι μεταξύ τους συνδεδεμένοι, ενώ ο άνθρωπος ευρίσκεται σε διαρκή κίνηση μεταξύ τους. Εάν δεν είχε εφευρεθεί το αεροπλάνο δεν θα μπορούσαμε να πετάμε, ενώ εάν δεν υπήρχαν αεροπορικά δυστυχήματα, δεν θα έψαχνε ο νους μας να βρει ένα καινούργιο, καλύτερο αεροπλάνο. Μέσω της διαρκούς κίνησης μας από τον ένα κόσμο στον άλλο δημιουργείται η πρόοδος, οπότε ο φιλόσοφος μιλάει για «εκπαιδευτικά ταξίδια, με στόχο την αναζήτηση ενός καλύτερου κόσμου».

Θεωρώντας λοιπόν ότι η σημερινή παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση αποτελεί ένα ανάλογο με το παραπάνω δυστύχημα (την πτώση του αεροπλάνου), είμαστε υποχρεωμένοι να ψάξουμε να βρούμε όλες τις αιτίες που την προκάλεσαν, έτσι ώστε να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε ένα καινούργιο, καλύτερο, ασφαλέστερο και δικαιότερο «σύστημα». Έτσι θα μετατρέπαμε το πρόβλημα σε ευκαιρία, ψάχνοντας όχι απλά για τη λύση του, αλλά για ένα καλύτερο μέλλον.

Χωρίς να χάσουμε χρόνο στις λεπτομέρειες, ο καθένας μας καταλαβαίνει αμέσως ότι οι κύριες αιτίες του «δυστυχήματος», αυτές δηλαδή που προκάλεσαν το «σφάλμα», πρέπει να αναζητηθούν τόσο στην Οικονομία, όσο και στην Πολιτική. Πιθανότατα είναι αυτές ακριβώς που έχουν πάψει από κάποια χρόνια τώρα να κατοικούν στον τρίτο κόσμο - παραστατικά στο τελευταία πάτωμα του τριώροφου «κτιρίου της πραγματικότητας», το οποίο σπάνια πια επισκέπτονται. Η προσπάθεια εκ μέρους των δύο αυτών «κοινωνικών» επιστημών για την εύρεση ενός καλύτερου κόσμου φαίνεται να έχει ανασταλεί, με το υφιστάμενο, πολύπλοκο και αδιαφανές, σύστημα να αποτελεί πλέον μονόδρομο.
Όπως αποδεικνύεται από αυτά που έχουν αποκαλυφθεί μετά το ξέσπασμα της κρίσης, τόσο στην Οικονομία, όσο και στην Πολιτική έχει επικρατήσει ολοσχερώς το marketing – δυστυχώς όχι στην αρχική του μορφή, την ενημερωτική, αλλά στην διαβρωμένη τελική του, την «χειραγωγική». Οικονομικά δηλαδή, φαίνεται καθαρά ότι επικεντρωθήκαμε στην ανακάλυψη, εξέλιξη και διάθεση περίτεχνων χρηματοπιστωτικών προϊόντων, αφήνοντας κατά μέρος τις κουραστικές και αμφίβολες πραγματικές επενδύσεις, καθώς επίσης την ανακάλυψη καινούργιων μεθόδων, για την ορθολογική αύξηση της παραγωγικότητας. Από την άλλη πλευρά, «Πολιτικά» πάψαμε μάλλον να ασχολούμαστε με τα κουραστικά προγράμματα διακυβέρνησης και με την εξέλιξη των θεσμών, καλύπτοντας το κενό με το επαγγελματικό, το επικοινωνιακό δηλαδή «κυνήγι» της εξουσίας. 

Θα μπορούσε βέβαια να ισχυρισθεί κανείς, δικαιολογώντας τα παραπάνω, ότι έχουμε φθάσει σε ένα σημείο εξέλιξης που δεν επιτρέπει «γραμμική» βελτίωση, αλλά μόνο κυκλικές, «καλλωπιστικές» κινήσεις. Κατά την άποψη μας θα είχε απόλυτο δίκιο, εάν συνεχίσουμε να «επιμένουμε» στην αποσύνδεση της Πολιτικής από την Οικονομία, αφού η «γραμμική» εξέλιξη απαιτεί τη σύγχρονη ανάπτυξη και των δύο αυτών συνισταμένων της ανθρώπινης προόδου.

Στο πλαίσιο αυτής της λογικής, έχουμε την άποψη ότι για να ξεφύγουμε, εμείς τουλάχιστον, από το «τέλμα» (από την ασταθή ανάπτυξη δηλαδή μέσω της διαρκούς αύξησης των χρεών μας, από τη διαφθορά, από τον αμοραλισμό και από την «υποτέλεια» στους εκάστοτε ισχυρούς), μας λείπει εν πρώτοις η διατύπωση της σωστής ερώτησης. Εάν δεν θέσουμε τη σωστή ερώτηση, είναι αδύνατον να καταλήξουμε στη σωστή απάντηση – πόσο μάλλον στη λύση. Επίσης, εάν δεν γνωρίζουμε ποιοι ακριβώς είναι οι στόχοι μας, διατυπωμένοι με τον απλούστερο δυνατό τρόπο, είναι αδύνατον να βρούμε ποτέ το δρόμο μας, όσο και αν προσπαθήσουμε.

Η απλή ερώτηση λοιπόν, για την οποία πρέπει να βρούμε άμεσα την απάντηση, είναι το πώς θα γίνει η Ελλάδα η ωραιότερη, η πλουσιότερη και η πιο πολιτισμένη χώρα της Ενωμένης Ευρώπης. Εάν καταφέρουμε να απαντήσουμε σωστά, είμαστε της άποψης ότι θα έχει ήδη λυθεί το μεγαλύτερο μέρος των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε – ανεξάρτητα από την παρούσα κρίση, η οποία κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να μετατραπεί από τεράστιο κίνδυνο, σε πολύ μεγάλη ευκαιρία. Το ίδιο ερώτημα θα πρέπει να θέσουν τόσο οι άλλες χώρες, όσο και οι ενώσεις τους, με στόχο την ορθολογική παγκοσμιοποίηση, όταν και εάν το επιτρέψουν οι συνθήκες – η συνολική πρόοδος δηλαδή, σαν συνισταμένη των «ατομικών».  

Αναζητώντας εμείς την «πολιτική» απάντηση με τη βοήθεια της ιστορίας μας, πιθανολογούμε ότι η ακμή ενός λαού σαν τον δικό μας, θα μπορούσε να στηριχθεί στις τρείς παρακάτω προϋποθέσεις (η παρακμή, αντίστοιχα, στην παντελή έλλειψη τους):

α)  Σε ένα σύνολο υγιών οικονομικών & πολιτικών θεσμών, οι οποίοι να καθορίζουν επακριβώς το πλαίσιο, μέσα στο οποίο να μπορούμε να αναπτυχθούμε, ανταγωνιζόμενοι με ίσους όρους. Το «σύστημα» δε που θα προκύπτει από αυτούς τους θεσμούς (μέσα στα γενικότερα πλαίσια του κοινωνικού καπιταλισμού), οφείλει να είναι απλό, γρήγορο, διαφανές και εύκολα κατανοητό από όλους τους πολίτες. 

β)  Σε ένα σύνολο συνειδητών πολιτών, το οποίο να κατανοεί επαρκώς τις αρχές της Οικονομίας και της Δημοκρατίας ή, τουλάχιστον, να έχει διαμορφώσει ένα χαρακτήρα συνεπή προς το συγκεκριμένο «τρόπο ζωής». Για παράδειγμα, να μην εξελίσσεται εις βάρος των άλλων, να μην συμπεριφέρεται όπως δεν θέλει να του συμπεριφέρονται, να μην επιβουλεύεται την ελευθερία των άλλων, να μην επιθυμεί αυτά που ανήκουν στους άλλους - κατά το αρχέτυπο «συνειδησιακό σύνταγμα» των 10 εντολών και να μην στηρίζει το βιοτικό του επίπεδο στα χρέη, αλλά στην παραγωγικότητα,

γ)  Σε μία υψηλής ποιότητας ηγεσία, η οποία να μπορεί να κατευθύνει ορθολογικά το κράτος (όχι απλά να διαχειρίζεται το δημόσιο πλούτο), καθώς επίσης να διαφυλάσσει τη χώρα της, τουλάχιστον στις κρίσιμες στιγμές – χωρίς ποτέ να επιτρέπει σε τρίτους να την προσβάλλουν. Τα απολύτως απαραίτητα χαρίσματα που πρέπει να διαθέτει η ηγεσία αυτή δεν είναι άλλα από το να μπορεί να πείθει τεκμηριωμένα, να εμπνέει και να διδάσκει - να εκπαιδεύει δηλαδή τους κυβερνωμένους.  

Όσον αφορά την πρώτη προϋπόθεση, τους Θεσμούς, πιστεύουμε ότι εξέλιξη μας σε μία πραγματική Δημοκρατία, θα μπορούσε να αποτελέσει έναν «γνώμονα» πολιτικής σκέψης – ιδιαίτερα επειδή η μορφή του εκάστοτε πολιτεύματος διαμορφώνει και το χαρακτήρα των πολιτών. Σε γενικές γραμμές, η δημοκρατία αυτή οφείλει να έχει τα εξής βασικά χαρακτηριστικά:

α)  Σεβασμό της ατομικότητας, υπακοή στους νόμους, ανεκτικότητα και πλήρη «συμβατότητα» με τις αρχές της ελεύθερης αγοράς – της πλήρως ανταγωνιστικής δηλαδή, χωρίς μονοπώλια και ολιγοπώλια, με θεμέλιο στήριγμα τη μικρομεσαία επιχείρηση.  

Όπως γνωρίζουμε εμπειρικά, η δημοκρατία έχει την προοπτική να απελευθερώνει όλα τα αποθέματα ενέργειας ενός λαού, έχοντας σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία μίας χώρας με πρωτοφανείς δυνατότητες. Το χαρακτηριστικό αυτό της Δημοκρατίας είναι σε πλήρη αντίθεση με τα αυταρχικά καθεστώτα, τα οποία «είναι υποχρεωμένα να επιβλέπουν τις αποκλεισμένες μάζες, υπονομεύοντας την πιθανή δύναμη τους».

β)  Πλήρη έλεγχο των κυβερνόντων, σε σχέση με την τήρηση των προγραμμάτων τους, καθώς επίσης με τη διαχείριση των δημοσίων χρημάτων. Ο έλεγχος αυτός πρέπει να εξασφαλίζεται από μία ανεξάρτητη Αρχή, υπό τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η οποία όχι μόνο να ελέγχει, αλλά και να εποπτεύει το κυβερνών κόμμα, όσον αφορά τα νομοσχέδια, τους προϋπολογισμούς, τις προεκλογικές δεσμεύσεις κλπ. Τα μέλη της ανεξάρτητης αυτής Αρχής θα έπρεπε να διορίζονται με τυχαία κλήρωση μεταξύ αυτών που, έχοντας τις απαιτούμενες δεξιότητες και επιθυμώντας να συμμετέχουν στα κοινά, θα είχαν υποβάλει υποψηφιότητα.
γ)  Αποδεκτή από όλους μέθοδο απονομής Δικαίου, χωρίς καμία εξαίρεση («ασυλία» των πολιτικών κλπ), όπου τουλάχιστον όσον αφορά τα κακουργήματα, σε επίπεδο Εφετείου, θα πρέπει να αποφασίζουν Ένορκοι και όχι Δικαστές. Επίσης θα πρέπει να εξασφαλίζεται ο «παραδειγματισμός» και των δικαστών πρώτου και δεύτερου βαθμού, εφ όσον οι αποφάσεις τους «καταρρίπτονται» από τις επόμενες βαθμίδες (για παράδειγμα, εάν καταρριφθούν άνω των 10 αποφάσεων, να διακινδυνεύει τη θέση του ο υπεύθυνος δικαστής). Έτσι θα αποφεύγεται και εδώ το «ετεροβαρές ρίσκο», αυτό δηλαδή που ένα πρόσωπο αποφασίζει πόσο ρίσκο θα αναλάβει, ενώ κάποιο άλλο πρόσωπο πληρώνει το κόστος, όταν τα πράγματα δεν εξελιχθούν θετικά και καταλήξουν σε ζημίες. 

Όσον αφορά τώρα τη δεύτερη προϋπόθεση, τους «συνειδητούς πολίτες», διαπιστώνουμε αμέσως ότι δεν είναι οι πολιτικοί οι μοναδικοί ένοχοι για τα όποια προβλήματα αντιμετωπίζουμε αλλά, μαζί με αυτούς, και εμείς οι ίδιοι. Αναμφίβολα, λίγοι καταλαβαίνουμε τις αρχές της Δημοκρατίας, ενώ ακόμη πιο λίγοι προσπαθούμε να διαμορφώσουμε έναν χαρακτήρα, απόλυτα συνεπή με έναν τέτοιο «τρόπο ζωής». Διαφορετικά δεν θα περιμέναμε κάθε φορά από τα όποια πολιτικά κόμματα να μας προτείνουν ένα «πρόγραμμα διακυβέρνησης» που σχεδόν ποτέ δεν μελετάμε, αλλά θα συμμετείχαμε ενεργά στη δημιουργία του.

Εάν οι πολιτικοί δεν ξέρουν τι ακριβώς θέλουμε και εάν εμείς δεν συμμετέχουμε στα κοινά, είναι αδύνατον να βρεθούν οι σωστές λύσεις. Όσο δεν εμπιστευόμαστε στο μέσο πολίτη (στον εαυτό μας δηλαδή) τη διαχείριση της δημόσιας ζωής, τόσο χειρότερα θα γίνονται τα πράγματα, αφού θα καταφεύγουμε συνεχώς σε επαγγελματίες της πολιτικής, σε γραφειοκράτες και σε δήθεν ειδικούς, οι οποίοι θα αποσκοπούν μόνο στο δικό τους όφελος, εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία μας να εμπιστευθούμε τους εαυτούς μας.

Τέλος, όσο επιτρέπουμε στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης να μας χειραγωγούν (αντί να μας διασκεδάζουν πολιτισμένα, να μας ενημερώνουν και να μας εκπαιδεύουν), αδυνατίζοντας τις υγιείς αντιστάσεις μας, κατατροπώνοντας τους «δημόσιους άνδρες» μας και υποδουλώνοντας μας, τόσο πιο επώδυνα θα γίνονται τα προβλήματα μας και τόσο πιο πολύ θα μειώνεται η αποδοτικότητα μας. Όλα τα πράγματα πρέπει να στηρίζονται σε κάποιες βάσεις, σε κάποια θεμέλια δηλαδή που δεν θα είναι εύκολο να «γκρεμιστούν» από κανέναν μας.

Η ανταγωνιστικότητα μας λοιπόν, η παραγωγικότητα και η δυναμικότητα μας, είναι αδύνατον ποτέ να αναπτυχθούν, εάν προηγουμένως δεν τοποθετηθούν τα απαιτούμενα θεμέλια. Τα συμφέροντα μας, υπό υγιείς βέβαια προϋποθέσεις, είναι απολύτως συνυφασμένα με τα συμφέροντα της χώρας μας, ενώ δεν μπορούμε να είμαστε ασφαλείς, επιτυχημένοι και ευτυχισμένοι, παρά μόνο εάν προηγηθεί η χώρα μας.
Ειδικά δε ο μέσος άνθρωπος, σε πλήρη αντίθεση με το «χαρισματικό», μπορεί να μεγαλουργήσει μόνο μέσω του μεγαλείου της χώρας του. «Όμως, μόνο μέσα σε μία δημοκρατία είναι πρόθυμοι οι άνθρωποι να υποστούν τις απαραίτητες θυσίες για την ευημερία της χώρας τους αφού, περισσότερο από ότι στα άλλα καθεστώτα, κατανοούν απόλυτα και αντιμετωπίζουν άφοβα την πραγματικότητα».

Όσον αφορά την τελευταία προϋπόθεση, την υψηλής ποιότητας ηγεσία, η οποία είναι η πλέον σημαντική, αφού μπορεί να αντισταθμίσει τις ενδεχόμενες αδυναμίες των άλλων δύο, έχουμε την άποψη ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρει κανείς εκείνον τον ηγέτη που να μπορεί πραγματικά να πείθει, χωρίς να διατάζει, καθώς επίσης να προσελκύει δίπλα του (αφιλοκερδώς) τους ικανότερους των συμπολιτών του.  Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε τόσες ανασφάλειες και τόσα συμπλέγματα που μόνο κάτω από κάποιας μορφής «απολυταρχικό» χαρακτήρα μπορούμε να λειτουργήσουμε. Εκτός αυτού, για να μπορεί κανείς να πείσει, θα πρέπει να προηγηθεί η δική του πίστη στις ικανότητες του και στην ορθότητα των απόψεων του – κάτι που στην πράξη είναι εξαιρετικά δύσκολο.

Το χάρισμα όμως να διδάσκει ο ηγέτης τους ελεύθερους πολίτες της χώρας του (το εγγενές παράδοξο στη δημοκρατία είναι ότι οφείλει να δημιουργεί πολίτες ελεύθερους, αυτόνομους και αυτάρκεις, εξαρτώμενη παράλληλα από αυτούς), να τους εκπαιδεύει δηλαδή, έχοντας τις ικανότητες που απαιτεί αυτός ο ρόλος, είναι πολύ πιο δύσκολο να υπάρξει από το προηγούμενο.

Όμως, μόνο εάν ο ηγέτης διαθέτει αυτά τα χαρίσματα, έχοντας την επί πλέον ικανότητα να μπορεί να ανταπεξέρχεται με τον κίνδυνο της αστάθειας του πραγματικά δημοκρατικού πολιτεύματος, μπορεί να απελευθερώσει τις κρυμμένες δυνάμεις όλων των πολιτών του, οι οποίοι τότε θα συμμετέχουν εθελοντικά σε μία κοινή προσπάθεια, με στόχο να γίνει το κράτος τους η ωραιότερη, η πλουσιότερη και η πιο πολιτισμένη χώρα του κόσμου.

Συμπερασματικά λοιπόν, είναι απαραίτητη η αναβίωση της συνεχούς πολιτικής αναζήτησης του καλύτερου κάθε φορά δρόμου και του ικανότερου ηγέτη, με στόχο τη ριζική επίλυση των προβλημάτων μας. Εάν καταφέρουμε να εξελίξουμε ορθολογικά το Πολιτικό μας σύστημα, καθώς επίσης να επικεντρωθούμε σε εκείνους τους τομείς της Οικονομίας που μπορούμε πραγματικά να αποδώσουμε, πολλαπλασιάζοντας το ΑΕΠ μας παραγωγικά και όχι καταναλωτικά, τότε πραγματικά θα μεγαλουργήσουμε. Πολύ περισσότερο, αφού θα πάψουμε φυσικά να προτείνουμε «τετριμμένα» την επιβολή νέων φόρων, την εξάλειψη της φοροδιαφυγής (μοναδική εξαίρεση η φοροαποφυγή των πολυεθνικών) και τη μείωση των κρατικών δαπανών αφού, αυξανομένου του ΑΕΠ, θα αυξανόταν αυτόματα και η φορολογική βάση (κατ’ επέκταση, οι φόροι σε απόλυτο μέγεθος)   

Οι πολίτες φορολογούνται παραπάνω από το κανονικό, συγκριτικά με άλλες χώρες (διαπίστωση του ΟΟΣΑ) ενώ, εάν προσθέσουμε στο 22% των φόρων επί του ΑΕΠ που ήδη εισπράττονται τους «έμμεσους» τρόπον τινά φόρους (φροντιστήρια, ιατρική περίθαλψη κλπ), θα υπερβούμε κατά πολύ αυτά που μπορούν πραγματικά να αποδοθούν στο δημόσιο – εκτός του ότι η δυσανάλογη αύξηση της φορολογίας προκαλεί αφ ενός μεν ύφεση, αφ ετέρου εκτεταμένη φοροδιαφυγή.  

Όσον αφορά τώρα την εξάλειψη της φοροδιαφυγής, μόνο «στατιστική» πρόοδος μπορεί να καταγραφεί, με βάση την υφιστάμενη εμπειρία, εάν δεν αυξηθούν υπερβολικά (και ασύμφορα) οι δαπάνες «δίωξης». Η μείωση της φοροδιαφυγής άλλωστε των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι ευθέως ανάλογη της αύξησης της κερδοφορίας τους και επομένως, όταν ευημερούν, περιορίζεται αυτόματα η όποια φοροδιαφυγή τους, χωρίς ιδιαίτερες προσπάθειες από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς των κρατών.
Ειδικά δε ο μέσος άνθρωπος, σε πλήρη αντίθεση με το «χαρισματικό», μπορεί να μεγαλουργήσει μόνο μέσω του μεγαλείου της χώρας του. «Όμως, μόνο μέσα σε μία δημοκρατία είναι πρόθυμοι οι άνθρωποι να υποστούν τις απαραίτητες θυσίες για την ευημερία της χώρας τους αφού, περισσότερο από ότι στα άλλα καθεστώτα, κατανοούν απόλυτα και αντιμετωπίζουν άφοβα την πραγματικότητα».

Όσον αφορά την τελευταία προϋπόθεση, την υψηλής ποιότητας ηγεσία, η οποία είναι η πλέον σημαντική, αφού μπορεί να αντισταθμίσει τις ενδεχόμενες αδυναμίες των άλλων δύο, έχουμε την άποψη ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρει κανείς εκείνον τον ηγέτη που να μπορεί πραγματικά να πείθει, χωρίς να διατάζει, καθώς επίσης να προσελκύει δίπλα του (αφιλοκερδώς) τους ικανότερους των συμπολιτών του.  Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε τόσες ανασφάλειες και τόσα συμπλέγματα που μόνο κάτω από κάποιας μορφής «απολυταρχικό» χαρακτήρα μπορούμε να λειτουργήσουμε. Εκτός αυτού, για να μπορεί κανείς να πείσει, θα πρέπει να προηγηθεί η δική του πίστη στις ικανότητες του και στην ορθότητα των απόψεων του – κάτι που στην πράξη είναι εξαιρετικά δύσκολο.

Το χάρισμα όμως να διδάσκει ο ηγέτης τους ελεύθερους πολίτες της χώρας του (το εγγενές παράδοξο στη δημοκρατία είναι ότι οφείλει να δημιουργεί πολίτες ελεύθερους, αυτόνομους και αυτάρκεις, εξαρτώμενη παράλληλα από αυτούς), να τους εκπαιδεύει δηλαδή, έχοντας τις ικανότητες που απαιτεί αυτός ο ρόλος, είναι πολύ πιο δύσκολο να υπάρξει από το προηγούμενο.

Όμως, μόνο εάν ο ηγέτης διαθέτει αυτά τα χαρίσματα, έχοντας την επί πλέον ικανότητα να μπορεί να ανταπεξέρχεται με τον κίνδυνο της αστάθειας του πραγματικά δημοκρατικού πολιτεύματος, μπορεί να απελευθερώσει τις κρυμμένες δυνάμεις όλων των πολιτών του, οι οποίοι τότε θα συμμετέχουν εθελοντικά σε μία κοινή προσπάθεια, με στόχο να γίνει το κράτος τους η ωραιότερη, η πλουσιότερη και η πιο πολιτισμένη χώρα του κόσμου.

Συμπερασματικά λοιπόν, είναι απαραίτητη η αναβίωση της συνεχούς πολιτικής αναζήτησης του καλύτερου κάθε φορά δρόμου και του ικανότερου ηγέτη, με στόχο τη ριζική επίλυση των προβλημάτων μας. Εάν καταφέρουμε να εξελίξουμε ορθολογικά το Πολιτικό μας σύστημα, καθώς επίσης να επικεντρωθούμε σε εκείνους τους τομείς της Οικονομίας που μπορούμε πραγματικά να αποδώσουμε, πολλαπλασιάζοντας το ΑΕΠ μας παραγωγικά και όχι καταναλωτικά, τότε πραγματικά θα μεγαλουργήσουμε. Πολύ περισσότερο, αφού θα πάψουμε φυσικά να προτείνουμε «τετριμμένα» την επιβολή νέων φόρων, την εξάλειψη της φοροδιαφυγής (μοναδική εξαίρεση η φοροαποφυγή των πολυεθνικών) και τη μείωση των κρατικών δαπανών αφού, αυξανομένου του ΑΕΠ, θα αυξανόταν αυτόματα και η φορολογική βάση (κατ’ επέκταση, οι φόροι σε απόλυτο μέγεθος)   

Οι πολίτες φορολογούνται παραπάνω από το κανονικό, συγκριτικά με άλλες χώρες (διαπίστωση του ΟΟΣΑ) ενώ, εάν προσθέσουμε στο 22% των φόρων επί του ΑΕΠ που ήδη εισπράττονται τους «έμμεσους» τρόπον τινά φόρους (φροντιστήρια, ιατρική περίθαλψη κλπ), θα υπερβούμε κατά πολύ αυτά που μπορούν πραγματικά να αποδοθούν στο δημόσιο – εκτός του ότι η δυσανάλογη αύξηση της φορολογίας προκαλεί αφ ενός μεν ύφεση, αφ ετέρου εκτεταμένη φοροδιαφυγή.  

Όσον αφορά τώρα την εξάλειψη της φοροδιαφυγής, μόνο «στατιστική» πρόοδος μπορεί να καταγραφεί, με βάση την υφιστάμενη εμπειρία, εάν δεν αυξηθούν υπερβολικά (και ασύμφορα) οι δαπάνες «δίωξης». Η μείωση της φοροδιαφυγής άλλωστε των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι ευθέως ανάλογη της αύξησης της κερδοφορίας τους και επομένως, όταν ευημερούν, περιορίζεται αυτόματα η όποια φοροδιαφυγή τους, χωρίς ιδιαίτερες προσπάθειες από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς των κρατών.
Οδηγός μας οφείλει να είναι το κοινό συμφέρον, καθώς επίσης η πρόθεση μας να γίνουμε «πάση θυσία» η ωραιότερη, η πλουσιότερη και η πιο πολιτισμένη χώρα της ΕΕ., με τη βοήθεια της απελευθέρωσης των τεράστιων αποθεμάτων ενέργειας όχι μόνο των 5 εκ. εργαζομένων μας, αλλά ολόκληρου του Έθνους μας.

Βασίλης Βιλιάρδος (30.05.09)

  Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου

Μια νέα οικονομική επανάσταση αναστατώνει την Ευρωπαϊκή Ένωση, και το βασικό της παράγωγο είναι οι … αυταπάτες.
Όταν χτύπησε η  κρίση του 2008, η ΕΕ ξεγέλασε τον εαυτό της, νομίζοντας πως τα ασθενέστερα κράτη θα μπορούσαν να αποφύγουν την ανάγκη διάσωσής τους.
Σήμερα, η ΕΕ κοροϊδεύει τον εαυτό της πιστεύοντας πως τα κράτη που ήδη δέχθηκαν βοήθεια, και αυτά που θα τη δεχτούν στο μέλλον, μπορούν να αποφύγουν την αναδιάρθρωση των χρεών τους.
Δεν μπορούν όμως. Και οι δανειστές θα χάσουν μακροπρόθεσμα, επειδή όλοι οι πολιτικοί προσπαθούν να αποφύγουν το μοιραίο.
Η Ελλάδα και η Ιρλανδία διασώθηκαν πέρσι, ενώ χθες ζήτησε βοήθεια και η Πορτογαλία, η οποία χτυπήθηκε από μια αποτυχημένη απόπειρα κοινοβουλευτικής έγκρισης των μέτρων λιτότητας, μια κυβέρνηση που κατέρρευσε, μια σειρά από υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής της ικανότητας, και τέλος τα οδυνηρά σπρέντς του 10%.
Οι οικονομικές διασώσεις κρατών, με φροντίδα της ΕΕ και του ΔΝΤ, είναι «παράξενα θηρία» που βοηθούν και βλάπτουν συγχρόνως. Είναι απαραίτητες όταν κάποιο κράτος δεν μπορεί να δανειστεί με λογικούς όρους. Με άλλα λόγια είναι μια προσωρινή δυνατότητα ρευστότητας. Συσσωρεύοντας όμως καινούργια χρέη πάνω στα παλιά, δεν βοηθά τη κατάσταση. Τη χειροτερεύει.
Στη περίπτωση της Ελλάδας και της Ιρλανδίας, παρά την οικονομική βοήθεια, τις άγριες περικοπές δαπανών, και τις προσπάθειες για μια πιο ανταγωνιστική οικονομία, οι δυο χώρες συνέχισαν να συσσωρεύουν χρέη, και μάλιστα σε μια εποχή που τα επιτόκια αυξάνονται. (Η ΕΚΤ αναμένεται να ανεβάσει τα επιτόκια αυτές τις μέρες, λόγω μεγάλου  πληθωρισμού).
Σύμφωνα με τις τελευταίες οικονομικές προβλέψεις της ευρωπαϊκής Κομισιόν, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, αναμένεται να φτάσει στο 156% το 2012, από το 127% που ήταν το 2009. Το αντίστοιχο της Ιρλανδίας θα αγγίξει το 114%, από 65%, και της Πορτογαλίας το 92% από το 76%. Η μέση πρόβλεψη για την ευρωζώνη συνολικά είναι το 88% για το 2012.
Πως θα αποπληρωθεί αυτό το τεράστιο χρέος. Φαίνεται αδύνατο, ειδικά όταν τίποτα δεν μοιάζει να πηγαίνει καλά για αυτές τις χώρες.
Οι οικονομίες της Ελλάδας και της Πορτογαλίας αναμένονται να συρρικνωθούν φέτος, ενώ το ίδιο μπορεί να συμβεί και στην Ιρλανδία.
Και οι τρεις χώρες έχουν ανεργία πάνω από 10%, και πολύ πιο πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης.
Και οι τρείς εφαρμόζουν μέτρα λιτότητας που εγγυώνται τη παράταση της ύφεσης, και τη μηδενική ανάπτυξη.
Η αυξημένη τιμή του πετρελαίου θα βλάψει την όποια ανάκαμψή τους.
Στην Ιρλανδία οι τράπεζες είναι σαν δράκουλες που ρουφάνε αίμα.
Στην Ελλάδα, όσο εξαφανίζονται οι κοινωνικές παροχές, τόσο αυξάνει ο κίνδυνος σοβαρών κοινωνικών αναταραχών.
Στην Πορτογαλία δεν έχει γίνει καμιά προσπάθεια να πάρει μπροστά η παραδοσιακά αργόστροφη οικονομία της, και να γίνει ανταγωνιστική.
Και τα τρία αυτά κράτη είναι ουσιαστικά πτωχευμένα. Αυτό μας λένε οι αγορές των ομολόγων. Η πρόβλεψη ότι τα χρέη τους θα πρέπει να αναδιαρθρωθούν κρατάει τα σπρέντς σε αβάσταχτα επίπεδα, κάνοντας την αποπληρωμή τους όλο και πιο απίθανη.
Γιατί  λοιπόν δεν προχωρούν σε αναδιαπραγμάτευση να τελειώνουν;
Επειδή οι πολιτικοί τρέμουν πως μια χρεοκοπία, που θα ακολουθηθεί από μια αναδιάρθρωση (κούρεμα των δανειστών, στην αργκό του χώρου), θα προκαλέσει σοβαρό πλήγμα στις ασθενέστερες ευρωπαϊκές τράπεζες, κάτι που θα οδηγήσει σε ιδιαίτερα μεγάλη οικονομική κρίση.
Σε ένα πρόσφατο σημείωμά της, η Nomura Securities υπολογίζει πως η αναδιάρθρωση των χρεών της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, και της Πορτογαλίας θα προκαλέσει άμεση και έμμεση απώλεια έως και $240 δισ. στις τράπεζες της ευρωζώνης. Αυτό το νούμερο μπορεί εύκολα να αγγίξει τα $480 δισ. αν και η Ισπανία (4η μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης) προχωρήσει σε αναδιάρθρωση.
Οι γερμανικές τράπεζες είναι εκτεθειμένες και στα 4 αυτά κράτη. Αν γίνει αναδιάρθρωση, θα χάσουν το 1/3 των συνολικών τους κεφαλαίων, $185 δισ. Όπως αναφέρει η Nomura Securities, «στο φινάλε, η γαλλική και η γερμανική κυβέρνηση έχουν τη δυνατότητα να αναχρηματοδοτήσουν τις απώλειες των τραπεζών τους εξαιτίας μιας αναδιάρθρωσης. Το αν αυτό είναι πολιτικά εφικτό, είναι κάτι το διαφορετικό».
Και πράγματι, η Γερμανία, με τη στήριξη της ΕΚΤ, αντιτίθεται σθεναρά στο ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης, τουλάχιστον έως το 2013, οπότε και θα ισχύσει ένας νέος μηχανισμός στήριξης. Και επίσης, δεν υπάρχει περίπτωση, η καγκελάριος Μέρκελ να υποστεί το πολιτικό ρίσκο μιας αναδιάρθρωσης, πριν από τις εθνικές εκλογές του 2013. Για αυτό και προτιμά τις οικονομικές διασώσεις.
Κρίμα. Αν και οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες θα πλήττονταν από την αναδιάρθρωση χρεών των ασθενών ευρωπαϊκών οικονομιών, η τελική ζημιά δεν θα ήταν δα και μοιραία. Κάποιες τράπεζες είναι όντως αδύναμες, αλλά οι περισσότερες είναι πολύ πιο δυνατές απ ότι πριν 2 χρόνια, και θα επιβίωναν.
Μια αναδιάρθρωση σήμερα θα κοστίσει πολύ λιγότερο, από ότι σε 2-3 χρόνια, οπότε και οι τρεις χώρες θα πνίγονται στα χρέη, τα οποία και δεν θα μπορούν να εξοφλήσουν.
Αν λοιπόν  η αναδιάρθρωση είναι αναπόφευκτη, η λογική  λέει να αφήσουν κάποιοι κατά μέρος τις αυταπάτες, και να προχωρήσουν αμέσως, για να τελειώνουμε.
The Globe and Mail (Canada)
Απόδοση S.A.

Στηρίξτε το Ωραιόκαστρο, υποστηρίξτε την τοπική αγορά!